Διαλογισμός στο monitor Της Βασιλίκας Σαριλάκη Ο πάπας του video, ο τρομοκράτης του άναρχου Fluxus, που ήξερε να διασκεδάζει κάθε στιγμή, έφυγε οριστικά ακριβώς πριν έξι χρόνια. Σήμερα, η επιρροή του στους καλλιτέχνες ανθεί.. Ηλεκτρονικός εφευρέτης, σεξ-συνθέτης με προκλητικές δράσεις και συλλήψεις, βουδιστής, συνοδοιπόρος του Beuys, του Cage και του Stockhaussen, εραστής και φιλόσοφος, ο Paik χτύπησε κόκκινο στην φλέβα της σύγχρονης τέχνης, ρίχνοντας το γάντι στους υπόλοιπους. Ommah, Nam June Paik, 2005 Αεικίνητος, απρόβλεπτος και γλυκοαίματος ο Κορεάτης Nam June Paik είναι μια ιδιοφυής φυσιογνωμία της τέχνης του 20ου αιώνα. Δεν ήταν μόνο ο πρωτοπόρος της video art.. Σπούδασε μουσική μαζί με τον Stockhaussen, και τον Θρασύβουλο Γεωργιάδη , ιστορία τέχνης και φιλοσοφία στην Γερμανία, ήταν κεντρική φυσιογνωμία του συγκλονιστικού ρεύματος Fluxus, με τις ανατρεπτικές zen performances του, και τις αλησμόνητες - για όσους τυχερούς τις έζησαν- εγκαταστάσεις με τις στοιβαγμένες τηλεοράσεις και τα ρομπότ που ενεργοποιούσε με remote- controle. Ήταν επίσης επεξεργαστής της έγχρωμης τηλεόρασης στην Ιαπωνία, συνεργάτης του συνθέτη John Cage και του Joseph Beuys. Πέρα όμως απ’ όλα ήταν ένας άνθρωπος με τόλμη, χιούμορ κι επίγνωση που δεν έδειξε να διστάζει ποτέ.. Η πυκνή ζωή του κρύβει πολύ δράση, έρευνα κι αδιάκοπες συνεργασίες. Μαζί με τον Stockhaussen ( θεωρητικό του σειραϊσμού και της ηλεκτρονικής μουσικής, με μουσικές συνθέσεις που εκτελούνταν μέχρι και σε ελικόπτερα!) δουλεύει στην Κολωνία από το 1958 ως το 1963. Ταυτόχρονα, σπουδάζοντας στο Ντάρμσταντ γνωρίζει τον άνθρωπο που θα ανατρέψει οριστικά την καλλιτεχνική του πορεία. Είναι ο John Cage, στον οποίο και αφιερώνει την πρώτη του σύνθεση για μαγνητοταινία και πιάνο που παρουσιάζεται το 1959 σε μια γκαλερί του Ντύσελντορφ. Το 1961 ο Paik μπαίνει στο ρεύμα Fluxus. Αρχίζουν τα ωραία.. Stockhausen in Cologne, 1958. John Cage, 1947 Η πατροκτονία. Οι μουσικοθεατρικές performances του Paik σίγουρα δεν κόμισαν γλαύκα στο Fluxus αφού ο κατεξοχήν πρωτοπόρος ήταν ο Cage, που πειραματίστηκε με «προπαρασκευασμένα πιάνα» ήδη από το 1938 προσθέτοντας βίδες κι άλλα αντικείμενα ανάμεσα στις χορδές προκειμένου να παράγει παράξενους ήχους αλλά και σιωπές. Επιπλέον, ο κατά 20 χρόνια μεγαλύτερος Cage,- βασικός λάτρης της σημαίνουσας σιωπής..- είχε μια επεξεργασμένη φιλοσοφική θεώρηση της μουσικής και της ζωής ως σεμνός μαθητής του μεγάλου βουδιστή δασκάλου Dr Suzuki. Ο Paik τον ακολουθεί εξ ανάγκης, αλλά καρυκεύει τις δράσεις του με πολύ πρόκληση, αναρχία και σεξ. Στο Etude for Piano (forte), που πρωτοπαρουσιάζεται στην Κολωνία, ο Paik παίζει Σοπέν, μετά ξαπλώνει σ ΄ένα άλλο πιάνο, ορμάει ξαφνικά πάνω στον John Cage που καθόταν στην πρώτη σειρά μαζί με τον Stockhaussen και μ’ ένα ψαλίδι του κόβει την γραβάτα. Ύστερα του λούζει τα μαλλιά με το ζόρι και φεύγει. Αμέσως μετά τηλεφωνεί από έναν τηλεφωνικό θάλαμο κι ανακοινώνει πως το κοντσέρτο τελείωσε. Μαζί φυσικά κι η τελετουργική πατροκτονία. Φυσιολογικά, θα μου πείτε όλα αυτά για έναν από τους βενιαμίν του ρεύματος (γεν. το 1932, όπως κι ο άλλος μεγάλος videoartist V. Wostell ) στο οποίο δέσποζαν κατασταλαγμένες φυσιογνωμίες όπως του Beuys ή του Cage. Ωστόσο ο Paik επέμενε. Γιατί ξαφνικά βρισκόταν ανάμεσα στους πρωτοποριακότερους καλλιτέχνες Ευρώπης κι Αμερικής. Η μαγιά. Το Fluxus άφησε εποχή γιατί ήταν μαγιά. Θα υπήρχε σήμερα video art χωρίς τον Paik και τον Wostell; Θα είχαν γίνει οι ταινίες του Andy Warhol και το χοροθέατρο της Pina Bausch; Θα είχαν εδραιωθεί οι μεγάλες εγκαταστάσεις και τα happenings χωρίς τον Beuys; Ποιος έδωσε νόημα στις δράσεις και ποιος φρόντισε να μην καταντήσει η εννοιακή τέχνη εγκεφαλικό τερατούργημα; Wostell,Heusschrecken (Les sauterelles) – 1970 Το Fluxus απέδειξε πως οι ιδέες είναι συσσωρευτές. Αν τις χειριστείς σωστά αποδεσμεύεις μεγάλη ενέργεια. Πίστευε σε ένα έργο τέχνης «ρευστό», αντισυμβατικό, εφήμερο, αστείο, ευκολονόητο. Στόχοι ήταν: η υπέρβαση του παραδοσιακού πίνακα, των φραγμών επικοινωνίας τέχνης και ζωής, καλλιτέχνη και θεατή. Τέλος στον διαχωρισμό ποίησης και μουσικής, εικόνας και γραπτού λόγου. Τί ωραία εποχή θεέ μου! Μια ακαριαία μεταμόρφωση ξεκινάει στην τέχνη από το ΄60 και μετά. Καλλιτέχνες - ορόσημα από την Ν. Υόρκη, το Βερολίνο, το Παρίσι, το Λονδίνο, την Κοπεγχάγη, το Άμστερνταμ, την Πράγα και την Ιαπωνία ξετυλίγουν έναν οργασμό αντιτέχνης με αντικοντσέρτα και δράσεις.. Ο Paik δίνει ενεργό παρόν. Ο τρομοκράτης με την καθοδική λυχνία προκαλεί. Βουτάει το κεφάλι του σε μελάνι και ζωγραφίζει στο πάτωμα, στήνει τοίχους με τηλεοράσεις, δηλώνει πως η καθοδική λυχνία θα αντικαταστήσει τον μουσαμά και με το θορυβώδες ρομπότ του διακόπτει την κυκλοφορία στους δρόμους. Το ΄67 συλλαμβάνεται μετά από μία μουσικοσεξουαλική παράσταση που κάνει μαζί με την σύντροφό του τσελίστα Charlotte Moorman όπου ένα κομμάτι έπρεπε να παιχτεί «με σκληρό πέος στο πιάνο».. To 1964 μετακομίζει στην Ν. Υόρκη. Charlotte Moorman and Nam June Paik Performing 26'1.499" for a Strin, 1965/2003 Ο τοκετός του video. Μια μέρα του 1965, μπλεγμένος σ΄ ένα άγριο μποτιλιάρισμα, αποφασίζει να τραβήξει με την φορητή βιντεοκάμερα που μόλις τότε κυκλοφόρησε, την πομπή του Πάπα Παύλου του 6ου στην Νέα Υόρκη. Το ίδιο απόγευμα με την έξαψη της νέας του ανακάλυψης πάει σ’ ένα καφέ στο Greenwich Village και δείχνει με καμάρι το πεσκέσι στους φίλους του. Η video art είναι γεγονός. Από εκεί και μετά ανοίγει ο δρόμος στους καλλιτέχνες να παράγουν τα δικά τους πειραματικά video. Η νέα τεχνολογική ανακάλυψη δημιουργεί ένα νέο σημαντικότατο ρεύμα στην σύγχρονη τέχνη κι αλλάζει οριστικά την πορεία της. Η «λεωφόρος της επικοινωνίας» όπως την ονόμαζε ο Paik ανοίγει. Το 1969, δημιουργεί στην Βοστώνη το πρώτο synthesizer προορισμένο να παραμορφώνει εικόνες video. Η video art, στο απόγειό της στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 σχολιάζει κριτικά το «θέατρο της ζωής» και τα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα, επιχειρώντας μια παρέμβαση στα κοινά, μέσα στα πλαίσια που της δίνει ο ακμάζων εκείνη την εποχή μοντερνισμός. Το μέλλον είναι τώρα. Η αγαπημένη αυτή φράση του Paik, παράφραση του βουδιστικού «εδώ και τώρα» είναι δηλωτική της τόλμης του. Από το 1973 και μετά αναμιγνύει στα έργα του σκηνές χορού, εικόνες από δράσεις του, διαφημίσεις, δορυφορικές εικόνες και πολιτικές διακηρύξεις. Το 1970 κάνει το εμβληματικό του έργο «Bouddha TV». Ένας Βούδας ατενίζει σε μια τηλεόραση το είδωλο του εαυτού του, βιντεοσκοπημένο από μια κρυφή κάμερα πίσω του! Ιδιοφυής τρόπος για να περιγράψεις την αυταπάτη της ύπαρξης του εαυτού.. Στην τεράστια εγκατάσταση του 1987 στην Documenta 8 στο Kassel εκτός από monitors χρησιμοποιεί και νεώτερα τεχνολογικά μέσα. Το έργο λέγεται «Beuys-Voice» και το αφιερώνει στην μνήμη του Beuys. Το 1988 στήνει έναν πύργο από 1003 monitors για τους Ολυμπιακούς της Σεούλ. Ο τίτλος είναι ειρωνικός. «The more, the best».To 1996 παθαίνει εγκεφαλικό και παραλύει όλη η δεξιά του πλευρά. Την τελευταία δεκαετία της ζωής του κυκλοφορεί με καρότσι. Αυτό, φυσικά δεν τον πτοεί καθόλου.
Electronic Superhighway by Nam June Paik, 1996 Στις αναδρομικές του, όπως αυτή του Guggenheim το 2000, παρουσιάζει σχέδια, λάδια, φωτογραφίες κι εγκαταστάσεις με laser και φυσικά, διάφορα βιντεογλυπτά.. Guggenheim installation, 2000 Three Elements, Triangle 1997-2000 Επίγονοι.. Η κληρονομιά που άφησε πίσω του ο Paik είναι αδιαμφισβήτητη. Έσπρωξε στην ουσία το video στα μουσεία, τις γκαλερί, τους ιδιωτικούς χώρους. Σε πολλούς καλλιτέχνες του ΄70, 80 κι ΄90 ανιχνεύουμε την επιρροή του. Στον τρόπο π. χ που χειρίζεται την ηλεκτρονική εικόνα ο Seoungho Cho, στις εγκαταστάσεις πολυμέσων του Dalibar Martinas, στις τεράστιες εγκαταστάσεις του Fabrizio Plessi, και τα ηλεκτρονικά πορτραίτα του Tony Oursler. Seoungho Cho Orange Factory, 2002 Fabrizio Plessi, 2006 Jeffery Byrd, Butterfly,16 Nov.2008, Catalyst Art Gallery United States (parody of Paik’s fame performance) Tony Oursler talks in the Hirshhorn Museum about his exhibition, The Cinema Effect, Feb. 2008. Το άστρο του Paik άφησε μια λαμπρή τροχιά πίσω του. Τον ανακαλούμε στην μνήμη μας ενθυμούμενοι αυτό που έγραψε εκείνος in memorium για τον φίλο του Beuys. «Σε μια διάλεξη θυμάμαι, o Ιάπωνας συγγραφέας Tadashi Ito είχε πει, πως η φώτιση με την βουδιστική έννοια συνοψίζεται με το να αντιμετωπίζει κανείς την ζωή σαν να ήταν νεκρός και ξαφνικά επέστρεψε στην ζωή.. Μ’ αυτήν ακριβώς την έννοια ο Beuys ήταν ένα πνεύμα βαθιά φωτισμένο, που εκτιμούσε και χαιρόταν κάθε μέρα και στιγμή, σαν να ήταν ένα ωραίο, χριστουγεννιάτικο δώρο. Ίσως γι’ αυτό έζησε τόσο έντονα. Και δεν σταμάτησε μέχρι την τελευταία στιγμή..» Beuys, Joseph; Paik, Nam June, «In Memoriam George Maciunas», 1978, Photograph: René Block | © |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου