Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018
Τετάρτη 9 Μαΐου 2018
L’ Atelier Populaire et les affiches de Mai ’68
Τρίτη 17 Απριλίου 2018
Ορίζοντες της Μετατέχνης στο νέο Ελληνικό και διεθνές πολιτισμικό τοπίο
Το άρθρο αυτό, ερευνά το νέο διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον για την ελληνική τέχνη, καθώς και την πολιτισμική ανισότητα χωρών λόγω της επικράτησης της αμερικανικής βιομηχανίας θεάματος. Αναφέρεται στις δύο ταχύτητες πολιτισμικής διάχυσης, με τα μονοπώλια του θεάματος από την μια και τους μικρούς authors του διαδικτύου, τις νέες πλατφόρμες τέχνης κι επικοινωνίας από την άλλη. Ερευνά την «πλασματική διαπολιτισμικότητα», την μετέωρη ταυτότητα της Ελληνικής τέχνης, την Ελληνικότητα κλπ. Σκιαγραφεί τον «νέο σφυγμό της μετατέχνης» και τις τάσεις της τρέχουσας εικαστικής σκηνής. Περιγράφεται «η νέα τέχνη του refraiming», η σχέση της νέας γενιάς με τον δημόσιο χώρο, η επιστροφή στην ζωγραφική και το σχέδιο, οι νέες συλλογικότητες, η πολιτική στην τέχνη. Ακολουθούν τα « Προτάγματα της σύγχρονης μετατέχνης και η αλλαγή παραδείγματος» που αναφέρονται στο νέο κίνημα Ελληνικής μετατέχνης από το 2010 και μετά και τις προοπτικές του. Το άρθρο αποτελεί εισήγηση της ιστορικού τέχνης Βασιλίκας Σαριλάκη στο Συμπόσιο Όψεις της Ανεξάρτητης Εικαστικής Δημιουργίας στην Ελλάδα σήμερα που διοργανώθηκε στο ΕΜΣΤ στις13 & 14 Απριλίου 2018.
Της Βασιλίκας Σαριλάκη
Τα τελευταία χρόνια, η ευρύτατη διακίνηση ιδεών και πληροφοριών στο Διαδίκτυο κι η αέναη μετακίνηση καλλιτεχνών κι εκθέσεων στον κόσμο δημιούργησαν έναν νέο κοσμοπολιτισμό και μια νομαδικότητα ως απότοκα της εκτεταμένης παγκοσμιοποίησης. Τα πολιτιστικά αγαθά έγιναν πολύ πιο προσιτά κι η ανταλλαγή τους έγινε πιο άνετη χάρις στις νέες τεχνολογίες. Σήμερα μπορεί να δει κανείς δωρεάν τέχνη απ’ όλον τον κόσμο.
Παράλληλα νέα πολυπολιτισμικά μοντέλα αναδύθηκαν. Δυστυχώς όμως δεν κατάφεραν να διαταράξουν τα μονοπωλιακά δίκτυα της πολιτισμικής βιομηχανίας που κυριαρχούν κι εξάγουν ολοένα και περισσότερο ομογενοποιημένα πολιτιστικά προϊόντα - φασόν στις χώρες της οικονομικής και πολιτισμικής τους επιρροής ( βλ.reality & talent show, Survivor κλπ).
Οι ισχυρότερες χώρες και τα πολιτιστικά τραστ, κυριαρχούν στις τοπικές κι εθνικές κουλτούρες δημιουργώντας μια διευρυμένη ανισότητα. Έτσι, στην θέση ενός πολιτισμικού διαλόγου που κανονικά θα έπρεπε να υπάρχει μεταξύ των πολιτισμών του κόσμου κυριαρχεί κάτι σαν μονόλογος.
Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύουν τα στοιχεία μιας μελέτης που δημοσίευσε η UNESCO το 2000. Σύμφωνα με αυτήν, το ετήσιο εμπόριο πολιτιστικών αγαθών έχει μεν εκτιναχτεί από 95 δις $ το 1980 σε 388 δις $ αλλά τα περισσότερα κέρδη που προκύπτουν από αυτό νέμεται μια μικρή ομάδα χωρών: η Αμερική, η Ιαπωνία, η Γερμανία, η Βρετανία και η Κίνα.
Οι χώρες αυτές εξάγουν το 53% όλων των πολιτιστικών αγαθών παγκοσμίως. Μάλιστα, η βιομηχανία θεάματος της Αμερικής είναι πρώτη στις εξαγωγές, ξεπερνώντας όλες τις άλλες βιομηχανίες . Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε τον περασμένο μήνα το Artnet News, η βιομηχανία θεάματος με 5 εκατ. προσωπικό προσθέτει στην Αμερικανική οικονομία 764 δις κάθε χρόνο! Δηλαδή τα διπλάσια από την αγροτική της οικονομία.* Σύμφωνα με έρευνα της Comission, του 2014, οι 27 χώρες της Ευρωζώνης μαζί συγκέντρωσαν 558 δις, δλδ πολύ λιγότερα από την Αμερική.*
Η παγκόσμια κυριαρχία της αμερικανικής κουλτούρας περιθωριοποιεί την ευρωπαϊκή κι η κινηματογραφική της βιομηχανία αποτελεί ξεκάθαρα ένα μονοπώλιο. Για παράδειγμα, παρά τον μεγάλο αριθμό των ταινιών που παράγονται από την Ινδία και Αίγυπτο, το 85% των ταινιών που προβάλλονται διεθνώς παράγονται αποκλειστικά στο Χόλυγουντ. Όταν λοιπόν η λεγόμενη διαπολιτισμικότητα καθορίζεται από όρους τραστ και κατάφωρης πολιτισμικής επιβολής μιας χώρας τίθεται το ερώτημα: Για ποιά διαπολιτισμικότητα μιλάμε;
Οι δύο ταχύτητες της πολιτισμικής διάχυσης
Πολλές αδύναμες χώρες όπως η Ελλάδα που δεν διαθέτουν τα οικονομικά μέσα για να διαδώσουν τα δικά τους πολιτιστικά προϊόντα παρακολουθούν ανίκανες να αντιδράσουν την συρρίκνωση της δικής τους πολιτιστικής κληρονομιάς που εγκαταλείπεται σταδιακά, αλλά και της παραγωγής τους που αδυνατεί να βρει αποδέκτες και κοινό. Μια πολιτισμική ολιγαρχία πουλάει πολιτισμό σε πάρα πολλούς καταναλωτές με μονοπωλιακό τρόπο.
Ορισμένοι ευελπιστούν πως αυτό μπορεί να λήξει. Γιατί στο διαδίκτυο υπάρχει πλέον μια νέα γενιά μικρών παραγωγών πολιτισμού (authors) και μια αναδιανομή πληροφοριών που αποτρέπουν τα μονοπώλια.
Υπάρχει επίσης ταχεία διαδραση των πολιτισμών και μπορεί πλέον κανείς να μιλήσει για έναν νέο πολιτισμό «in real time» στα social media και μια νέα «δημόσια τέχνη» στο διαδίκτυο που δημοκρατικοποιεί την λειτουργία της τέχνης που άλλοτε προοριζόταν μόνον για τις ελίτ κι είχε ως κύρια έδρα τα μουσεία.
Αλλά και τα μουσεία άλλαξαν οριστικά. Παλαιότερα, λειτουργούσαν ως θησαυροφυλάκια πολιτισμικών προϊόντων. Σήμερα, πολλά ευρωπαϊκά κυρίως μουσεία μεταβλήθηκαν σε νέα Think tanks που προτείνουν νέα modus Vivendi και προοπτικές στους πολίτες.. Προωθούν την ανταλλαγή τέχνης και ιδεών, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της κοινωνίας. Προτείνουν λύσεις σε προβλήματα μετέχοντας στην Παιδεία ωθώντας στην δημιουργικότητα των νέων ανθρώπων..
Οι πολιτισμικοί θεσμοί εν γένει χρησιμοποιούν πλέον το διαδίκτυο ως μέρος της επικοινωνίας τους. Οι εθνικοί πολιτισμοί ήρθαν πιο κοντά από ποτέ, εξοικειώθηκαν. Ο Πολιτισμός στον ευρύτερο ορισμό του εξάλλου, δεν ανήκει σε ένα έθνος, αλλά στον κόσμο όλο.
Φυσικά η τάση των εμπορικών μονοπωλίων να κυριαρχήσουν ακόμα και να ποδηγετήσουν αυτήν την ελεύθερη επικοινωνία και την ανάδυση ενός νέου πολιτισμού δημιούργησε παρατράγουδα. Μπήκαν φραγμοί, εταιρείες κατέλυσαν προσωπικά δεδομένα των χρηστών όπως εξομολογήθηκε προχτές ο δημιουργός του Facebook, άρχισαν να τα πουλάνε για κέρδη, χώρες απαγόρευσαν τα social media, ενισχύθηκε η πορνογραφία, αναπτύχθηκε δλδ παράλληλα με την φωτεινή και η λεγόμενη σκοτεινή πλευρά του διαδικτύου που προάγει την εγκληματικότητα, την εύκολη διακίνηση ναρκωτικών, όπλων, το trafficking κλπ.
Η μαζική κουλτούρα και η εμπορευματοποίηση του πολιτισμού ενισχύθηκαν επίσης χωρίς να εξαιρείται η τέχνη και οι μεγάλες διοργανώσεις της όπως οι foire κλπ. Που παρουσιάζουν πλέον όχι μόνον χειρότερη ποιότητα αλλά δεν πουλάνε κιόλας όπως παλιά λόγω κορεσμού..
Παράλληλα άρχισαν να αμφισβητούνται διεθνώς άλλοτε κραταιοί θεσμοί όπως η Documenta, η biennale Βενετίας κλπ καθώς οι διοργανώσεις αυτές γιγαντώθηκαν κι έγιναν μοχλοί εξουσιών ή άρχισαν να υπηρετούν ακόμα και πολιτικές σκοπιμότητες όπως γράφτηκε για την Documenta 14. Μια Documenta που παρά τις επιμέρους καλές στιγμές της χαρακτηρίστηκε από τον διεθνή Τύπο ως ένα συμπίλημα πολιτικαντισμού, φολκλόρ, διδακτισμού, παρελθοντολογίας με άλλοθι μια αλλοιωμένη έννοια της διαπολιτισμικότητας που εκφράστηκε εν προκειμένω με μορφή ενός πολιτικού new age. Μιας Documenta δυσεπίφορης καθώς η εμμονή της στην υποκειμενική ερμηνεία πολιτικών γεγονότων την μετέτρεψε σε μια postmodern σαλάτα, κυρίως στην Αθήνα, ενώ ήδη από το 2010 το postmodern μας άφησε χρόνους.
Ευτυχώς, η μικρή συμμετοχή Ελλήνων καλλιτεχνών στην κυρίως Documenta, εξισορροπήθηκε έξοχα στο Kassel, χάρις στην δυναμική διαπραγματευτική πολιτική της Κατερίνας Κοσκινά και την καλή δουλειά των επιμελητών της έκθεσης Αντίδωρον του ΕΜΣΤ που αποτελεί την σημαντικότερη παρουσίαση Ελλήνων καλλιτεχνών στο εξωτερικό εδώ και δεκαετίες.
Η πλασματική διαπολιτισμικότητα
Ο όρος «διαπολιτισμικότητα» ήταν πολύ της μόδας στα τέλη του 20ου αιώνα,. Αρχικά έμοιαζε γοητευτικός και σύμφυτος με την έννοια του διεθνισμού της κουλτούρας ή της δημοκρατικής ισοσκέλισης εθνικών πολιτισμών. Δημιουργούσε έναν ευχάριστο συνειρμό όπως και η έκφραση «παγκόσμιο χωριό» που πλασαριζόταν κάποτε ως το πολιτισμικό συνακόλουθο της παγκοσμιοποίησης. Ήταν όμως αυτή η πραγματικότητα ή αποτελούσε ένα ακόμη κόλπο του Imperium;
Το 1993 τάραξε τα νερά ένα άρθρο του διεθνολόγου Samuel Huntington στο Foreign Affairs για την διεθνή πολιτιστική κατάσταση. Εκεί υποστήριζε πως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο έχει μπει ταφόπλακα στις ιδεολογίες κι ήρθε μια νέα εποχή «πολιτισμών», όπου κάθε κράτος, αυτοπροσδιορίζεται από «πολιτισμικές αξίες» όπως η παράδοση, η θρησκεία, η γλώσσα, τα έθιμα, και οι θεσμοί. Ειδικά για την Ελλάδα έλεγε πως δεν ανήκει, ούτε ποτέ ανήκε στον δυτικό πολιτισμό, εφόσον αυτός δημιουργήθηκε τον 9° και τον 10ο αιώνα. Τόνισε πως η διεθνής πολιτική της Ελλάδας «δείχνει καθαρά ότι έχει διαφορετικά συμφέροντα από τις δυτικές δυνάμεις.» O Trump πρόσφατα εκθείασε τις απόψεις Huntington. https://www.washingtonpost.com/news/book-party/wp/2017/07/18/samuel-huntington-a-prophet-for-the-trump-era/?noredirect=on&utm_term=.8f7f676ea341
Η μετέωρη ταυτότητα της νεοελληνικής τέχνης
Οι απόψεις αυτές αποδομήθηκαν μεν επαρκώς στο εγχώριο πεδίο από Έλληνες διανοούμενους (Ε. Κουλουμπής, Θ. Βερέμης, Π. Κονδύλης κ. α.) όπου εγινε σάλος, αλλά η αναφορά τους όντως ήταν «εμπρόθετη», όπως έγραψε η Π. Ρηγοπούλου, ήταν δηλαδή αρκετά προβοκατόρικη για να το πω ξεκάθαρα.
Πρόθεση του ήταν να πλήξει ένα ιδιαίτερα ευάλωτο σημείο στην ψυχή του νεοέλληνα. Το άγχος της ταυτότητάς του και τον προσδιορισμό της Ελληνικότητάς του.. Η Ελλάδα πέρασε πολλές δεκαετίες με αυτό το άγχος.
Ευτυχώς σήμερα, η αγωνιώδης ανάγκη μας για εθνοκεντρισμό - που σχεδόν ταυτίζεται με το τέλος της γενιάς της μεταπολίτευσης –έχει χαλαρώσει, κι ανοίγει πλέον επιτέλους ο δρόμος για να δούμε ανενόχλητοι την εικαστική μας κληρονομιά και την προοπτική της. Κάτι που ασφαλώς δεν μπορούσε να χειριστεί αδέκαστα ούτε η γενιά του '30 (έχοντας πίσω της βαλκανικούς πολέμους και μικρασιατική καταστροφή), ούτε του '40, όταν εμπεδώθηκε το ιδεολογικό και εικονιστικό πρότυπο της Ελληνικότητας. Ούτε πάλι του '60 ή του '70 καθώς σε περίοδο δικτατορίας, εύλογα «στρατολογήθηκαν» οι Σεφέρης, Ελύτης, Τσαρούχης κ.ά. ως πνευματικοί σωτήρες, αφού πλέον ο Κόντογλου, ο Μαλέας και ο Παρθένης ήταν μακριά.
Αποτελεί ιστορική αλήθεια λοιπόν όπως αναφέρει κι ο συγγραφέας Α. Κωτίδης σε βιβλίο του ότι «τα στερεότυπα της γενιάς του '30 περιχαράκωσαν την αισθητική έκφραση σε ένα ιδεολόγημα, -της Ελληνικότητας-, που ηγεμόνευσε ως το τέλος της δεκαετίας του '50. Οι «παράπλευρες απώλειες» ήταν ο παραγκωνισμός της ατομικότητας στην έκφραση καθώς επίσης και της αφαίρεσης.
O ιδρυματισμός και το «τοπικό καταραμένο απόθεμα»
Μέχρι και την περασμένη δεκαετία, όπως αναφέρει ο τεχνοκριτικός Ν. Γ. Ξυδάκης σε άρθρο για την ελληνική τέχνη «η διαρκώς αναζητούμενη σχέση της παράδοσης (κλασσικής, βυζαντινής και νεότερης λαϊκής) με την συγχρονία (ευρωπαϊκή και αμερικανική τέχνη) εξακολουθούσε να βασανίζει την ελληνική τέχνη.. Τα τελευταία χρόνια όμως οι πηγές είναι αποκλειστικά ευρωαμερικανικές.»
Πράγματι, την εποχή που γραφόταν αυτό το άρθρο (17/3/1999) τα πράγματα ήταν έτσι. Γεγονός είναι επίσης ότι στα τέλη του 20ου η ελληνική τέχνη μηρύκαζε και μιμείτο το global ιδίωμα και ιδίως την νέα βρετανική σκηνή. Ταυτοχρόνως ευθυγραμμιζόταν σε εντυπωσιακό βαθμό με το lifestyle αλλά και τις επιταγές ενός «ιδρυματισμού» όπως τον χαρακτήριζε τότε ο Ξυδάκης, αναφερόμενος στην εξάρτηση των καλλιτεχνών από μεγαλοσυλλέκτες, πάτρωνες και χορηγούς, τα κρατικά και ιδιωτικά ιδρύματα που καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό το περιρρέον γούστο και την αγορά τέχνης της εποχής.
Λίγο μετά την αδέξια πρώτη μπιενάλε της Αθήνας με τον προκλητικό τίτλο Destroy Athens, ο Γ. Τζιρτζιλάκης έγραφε σε ένα άρθρο στο περιοδικό Kaput ότι « η σύγχρονη τέχνη στην Ελλάδα δεν διεγείρει τη διεθνή αναγνώριση [..] έχει περιορισμένη συμμετοχή στο παγκόσμιο πολιτισμικό μωσαϊκό [.. ] διαθέτουμε μια «ελάσσονα τέχνη» ή, σε άλλη περίπτωση, «ελάσσονες καλλιτέχνες».
Σχολίασε επίσης το «τοπικό καταραμένο απόθεμα» όπως το χαρακτήρισε ως μια «ενοχλητική και άβολη «εντοπιότητα» που δεν είναι ποτέ τοπική, ούτε τοπικιστική, επειδή δεν υφίσταται σαν κάτι σταθερό αλλά σαν μια μεταβαλλόμενη πολλαπλότητα σχέσεων η οποία παράγει διαφορετικές υποκειμενοποιήσεις.» Ο χαρακτηρισμός αυτός ενόχλησε τότε μερικούς καλλιτέχνες που το σχολίασαν και χτύπησε εκ νέου την αδύναμη φλέβα, αυτήν της ταυτότητας της ελληνικής τέχνης και μάλιστα στην αιχμή της διεθνούς κρίσης το 2008. Αλλά ας έρθουμε καλύτερα στο σήμερα.
Ο νέος σφυγμός της μετατέχνης – τάσεις και νέα ήθη
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της τρέχουσας ελληνικής σκηνής; Ποιες οι προτάσεις της; Υπάρχει μια νέα ταυτότητα ή μόνον ατομικές εκδοχές ενός κατακερματισμένου τοπίου κρίσης; Και σε τι διαφοροποιείται από την περασμένη γενιά;
Αυτά που χαρακτηρίζουν την νέα γενιά Ελλήνων καλλιτεχνών είναι μια ανεξιθρησκεία χρήσης μέσων και μια νέα επικοινωνιακή ειλικρίνεια. Η γενιά αυτή δεν απέχει πολύ σε εκφραστικά μέσα και τρόπο θέασης από την αντίστοιχη διεθνή λόγω διαδικτύου.
Υπάρχει μια αυτονόητη αναζήτηση ταυτότητας που πασχίζει να πάρει υπόσταση σ’ ένα ισοπεδωτικό περιβάλλον. Δεν υπάρχει συνήθως κάποιο σθεναρό όραμα ή ένα ισχυρό credo αλλά μια low profile εξομολόγηση. Είναι σαν να λέμε ότι η ανακύκλωση του postmodern υποχωρεί και η νέα γενιά ψάχνει να βρει τι πραγματικά της αρέσει χωρίς ιδιαίτερες ανασκολοπίσεις στο παρελθόν αλλά και χωρίς το υπερβολικό άγχος για το Νέο που χαρακτήριζε τόσο την [παλαιότερη την περίοδο του postmodern, ως το 2008. Δεν διεκδικεί να αγγίξει το Υψηλό αλλά την εσωτερική διάσταση του προσωπικού, του καθημερινού της καταφύγιου.
Περισσότερο σχέδιο, σχολιασμός των ΜΜΕ, έμφαση στο Διαδίκτυο. Περισσότερο χιούμορ, λιγότερο δράμα στα video αλλά επιμονή στις προσωπικές αφηγήσεις. Επιστροφή στην ζωγραφική και στα «λιτά μέσα». Αυτά είναι τα κυριότερα χαρακτηριστικά.
Η νέα τέχνη του reframing
Η νέα μετα-τέχνη έχει μια τάση για αναπλαισίωση του παλιού με ταυτόχρονο σχολιασμό του σήμερα. Υπάρχει μια βιωματική περιήγηση στον αληθινό κόσμο και μια κριτική άρνηση στο μηντιακό ψέμα των ΜΜΕ και στην δηθενιά του τέως lifestyle.
Βλέπουμε επίσης μια αναθεώρηση των ορίων δημοσίου-ιδιωτικού χώρου και την αφήγηση μέσω πολιτικών ντοκουμέντων, βίντεο και δράσεων. Οι νέοι Έλληνες δεν δίνουν μεν την αναμενόμενη έμφαση στην πολιτική τέχνη (σε αντίθεση με την δημόσια τέχνη ) αλλά δεν την φοβούνται κιόλας όπως παλιά.
‘Ένα διακριτό τμήμα της στρέφεται στον νεορομαντισμό. Η επιστροφή στην ζωγραφική και το σχέδιο (διεθνές φαινόμενο) μας δίνουν νέα έργα με ένα δυνατό, υπαρξιακό ύφος.. Έχουμε επίσης μια δυναμική επιστροφή στην αφήγηση, στον Λόγο, στα quotes.. Τέλος έχουμε αύξηση των κατασκευών κι εγκαταστάσεων.
Η γενιά του ΄80 και ’90 τείνει να ακολουθεί τους προηγούμενους αλλά απογαλακτίζεται από το ύφος αυθεντίας που έδιναν τα έργα τους. Απομακρύνονται από την postmodern “ελαφρότητα ηθών» που τα διακατείχε κι εκφράζουν το οδυνηρό τοπίο της κρίσης με έναν έντονο υπαρξιακό χαρακτήρα.
Η καταρράκωση του λούστρου του lifestyle και η διάλυση των brand names στην τέχνη λόγω της πολύχρονης κι εξουθενωτικής κρίσης, δημιούργησε έναν αναστοχασμό και μια συσπείρωση καλλιτεχνών. Οι νέες συλλογικότητες κλήθηκαν να πειραματιστούν και να δημιουργήσουν με ελάχιστα μέσα, εντατικοποιώντας την επινοητικότητά τους. Τα νέα δεδομένα κι αντιλήψεις διέλυσαν το postmodern, το οποίο πλέον σήμερα αντιμετωπίζει διεθνώς μια έντονη κριτική διάθεση. Όχι μόνον δεν αντιμετωπίζεται με την βαρύτητα που αντιμετωπίζεται ο μοντερνισμός αλλά από μερικούς θεωρείται απλώς ως μια μόδα εποχής, μια τάση όπως ήταν το Punk ή το Goth. (βλ. έκθεση Postmodernism: Style and Subversion 1970-1990” στο Swiss National Museum στην Ζυρίχη, 2012).
Προτάγματα της σύγχρονης μετατέχνης κι αλλαγή παραδείγματος
Από το 2010 και μετά, εμφανίστηκε στην Ευρώπη το Metamodernism που έπεται του postmodernism. Το metamodernism εδώ το αποκαλώ Μετατέχνη. Αναφέρεται σε μια νέα τέχνη που είναι μεταβατική, on process, αρκετά υποκειμενική και ιδιοσυγκρασιακή, μερικές φορές παραστατική, που λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν της τον χώρο και το περιβάλλον που απευθύνεται. Είναι άλλοτε ρομαντική, άλλοτε πολιτική και κοινωνική. Είναι ειλικρινής κι εννοιακή και δεν φοβάται να έχει Λόγο. Τολμά μάλιστα εκ νέου μετά τον μοντερνισμό να είναι φιλοσοφικά «ερωτηματική».. Την θεωρία της μετατέχνης πρότειναν δύο θεωρητικοί της γενιάς του ’90 ο Timotheus Vermeulen και ο Robin van den Akker, υποστηρίζοντας ότι ο postmodern πολιτισμός του σχετικισμού, της ειρωνείας, της αποδόμησης και της απομίμησης έχει πλέον τελειώσει οριστικά κι έχει αντικατασταθεί από μια πραγματιστική κατάσταση που αιτείται την συμμετοχή και την εμπλοκή μας. Μια κατάσταση που ζητά να επηρεάσουμε τα πράγματα και να δημιουργήσουμε νέες αφηγήσεις.
Προς ένα «επιθετικό ζεν»: Προοπτικές και προτάσεις της μετατέχνης
Σήμερα έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσουμε στην Ελλάδα μια άλλη τέχνη. Χειραφετημένη από εμμονές χρηματιστηριακών και συλλεκτικών επενδύσεων, εξαρτήσεων από Ιδρύματα και ιδρυματισμό. Μια τέχνη που θα σταματήσει να εννοεί την δημιουργικότητα ως ένα στάδιο παραγωγής ενός πουληστερού προϊόντος τέχνης προορισμένο για συγκεκριμένο συλλέκτη. Γιατί η τέχνη είναι πρωτίστως αγαθό, συλλογικό αγαθό και δεν ανήκει σε κανέναν!
Η νέα τέχνη ζητά να ορίσει τις νέες αφηγήσεις της και να επαναφέρει ένα όραμα που θα δοκιμάζει την εμπειρία ενός «aggressive zen». Έναν συνδυασμό πραγματιστικής αποδοχής του κενού και της δυσκολίας που ζούμε, με μια νέα ουμανιστική δράση.
Η «νέα ειλικρίνεια», ο πειραματισμός με στόχο την δράση, η νέα επινοητικότητα, οι συνεργασίες, τα common rights, η πολιτική δράση, η προσπάθεια του εφικτού και του χρηστικού, το άνοιγμα στον κόσμο, η επιστροφή του «έλλογου» αλλά και το δικαίωμα στον ρομαντισμό, την ποίηση και το όραμα, η αποδοχή του «άλλου», της πολυφυλετικότητας, η αναζήτηση της πρωτοπορίας ιδού τα βασικά συστατικά της μετατέχνης.
Η τέχνη ξαναβρίσκει επιτέλους το νόημά της και μια νέα πνευματικότητα είναι εφικτή. Ο δρόμος να την αναζητήσει κανείς σε οποιαδήποτε στιγμή είναι ανοιχτός.
Annabel Daou, Which Side Are You On?, 2012
References
Ιωακειμίδης, Π. (1997) Η Ταυτότητα της Ευρώπης. «Τα Νέα». 25-4-1997.
Θέμελης, Ν. (2011) Πολιτισμός και κρίση, υπάρχει διέξοδος; άρθρο, εφ. Καθημερινή, 09.01.2011
Κονδύλης. Π. (1997) H Σύγκρουση των πολιτισμών' του Σάμιουελ.Χάντινγκτον:
Συγκρούσεις ερήμην του πολιτισμού. Νέες Εποχές. Εφημερίδα «Το Βήμα», σελ. 34, 26, Ιανουαρίου 1997.
Κουλουμπής. Θ. Α.& Βερέμης. Θ. (1997) Επανερμηνεία της Ιστορίας. ΤΟ ΒΗΜΑ. Νέες Εποχές, σελ.3. 26-1-1997.
Μακρυδημήτρης Α. (1998) Το Νέο Σχίσμα και η θέση της Ελλάδας: Αντίλογος στις απόψεις του Huntington. «ΤΟ ΒΗΜΑ». 1-2-1998.
Ρηγοπούλου. Π. (1998) Ένας Ταραξίας με Αναβαθμισμένο προφίλ. «Ελευθεροτυπία». 12-6-1998
Σαριλάκη, Β. (2013), Gerhard Richter, panorama a Beaubourg, Paris, Art Noise blog, http://theartnoise.blogspot.gr/2012/06/gerhard-richter-panorama-beaubourg.html
Τζιρτζιλάκης, Γ. (2008) Το καταραμένο τοπικό απόθεμα. Για μια νέα πλατφόρμα εξωστρέφειας της καλλιτεχνικής παραγωγής, Περιοδικό Kaput, τεύχος 1. http://www.kaput.gr/gr/the-accursed-local-share/
Ξυδάκης, Ν. Γ. (1999) Τέχνη στο τέλος του αιώνα, εφ. Καθημερινή, 17/3/1999.
Χαραλάμπης, Δ. (1998) Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός κατά της Δημοκρατίας.
Εφ. Ελευθεροτυπία.
Klein, N. (2000) No logo, https://libcom.org/files/No%20Logo%20-%20Klein,%20Naomi.pdf
Huntington, S. (1996) The West Unique, not universal. Foreign Affairs. 1996. σελ. 28-46
Huntington, S. (1998) Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός τελειώνει εκεί που αρχίζει η Ορθοδοξία και το Ισλάμ. Συνέντευξη στον Τάκη Μίχα. «Ελευθεροτυπία» 12-6-1998
Artnet News, March 2018, https://news.artnet.com/art-world/arts-contribute-764-billion-us-economy-1254170?utm_content=from_newscta&utm_source=Sailthru&utm_medium=email&utm_campaign=Europe%20March%2028&utm_term=New%20Euro%20%2B%20Newsletter%20List
European Comission, 2017, https://publications.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/4737f41d-45ac-11e7-aea8-01aa75ed71a1/language-en/format-PDF/source-30933297
UNESCO ( Facts and Figures), 2000, http://unesdoc.unesco.org/images/0012/001221/122121e.pdf